Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Τα όρια του συμβολικού λόγου

   «Ρapa dont preach»: τραγούδησε  η Μαντόνα συμπεριλαμβανομένου του στίχου «Ιve made up my mind / Im keeping my baby» ( Το αποφάσισα / θα κρατήσω το μωρό μου) το 1986 και αμέσως οι ομάδες υποστήριξης των εκτρώσεων την εκθείασαν ενώ οι κατά των εκτρώσεων ήταν επί ποδός πολέμου. Η ίδια με απόλυτη φυσικότητα απάντησε: «Οι πάντες πήραν στραβά το μήνυμα του τραγουδιού».  Κατά παρόμοιο τρόπο και η Εύα Στεφανή είχε εκθέσει μια βιντεοεγκατάσταση, που απεικόνιζε μία γυναίκα να αυνανίζεται ενώ παράλληλα ακουγόταν  ο εθνικός ύμνος, γεγονός που  ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και πραγματοποιήθηκε η κατάσχεση της το 2007. Αλλά και το κάψιμο της σημαίας, των θρησκευτικών συμβόλων  και η δημόσια παρέλαση ομοφυλόφιλων διχάζουν την κοινή γνώμη και δημιουργούν αντίπαλα στρατόπεδα. Εδώ, λοιπόν, τίθεται το ερώτημα ποια θα πρέπει να είναι τα όρια της έκφρασης του συμβολικού λόγου; Δύσκολο να καταλήξουμε σε κάποιο καθολικό συμπέρασμα καθώς οι γνώμες διαμορφώνονται με βάση τις προσωπικές εμπειρίες, τα πιστεύω, την νοοτροπία και την κοινωνία όπου ανήκει ο καθένας μας.
  Η Ελλάδα είναι μια χώρα που φημίζεται για τις διαδηλώσεις και τις έντονες πορείες. Στα πλαίσια αυτών των διαδηλώσεων οι αναρχικοί, συνήθως, καίνε την ελληνική σημαία για να εκφράσουν τις απόψεις και την απαξίωση τους προς τη χώρα. Αυτή η πράξη προκαλεί και προσβάλλει τα άτομα που είναι υποστηριχτές των εθνικών συμβόλων. Θεωρούν ότι η σημαία δεν είναι απλά ένα πανί με δύο χρώματα αλλά πάνω της αποτυπώνεται η ελληνική ιστορία, τα ήθη, τα έθιμα, το αίμα που χύθηκε και οι αγώνες που έγιναν για την απελευθέρωση της.  Επομένως, αν συμμεριστούμε αυτή την άποψη είναι αναγκαίο να θεσπιστούν νόμοι, οι οποίοι θα προστατεύουν  τα εθνικά και θρησκευτικά σύμβολα και η τυχόν παραβίαση τους να επιφέρει αυστηρές κυρώσεις.
  Από  την άλλη πλευρά,  υπάρχουν άτομα  που τέτοιου είδους πράξεις δεν τους αγγίζουν,  είτε καίγεται η σημαία είτε ο σταυρός ή  οποιοδήποτε άλλο σύμβολο διότι τα αντιμετωπίζουν ως υλικές οντότητες χωρίς καμία αξία. Αυτοί υποστηρίζουν ότι σημασία έχει η ιδέα που εκφράζουν.  Εξάλλου ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν άνθρωποι άθεοι και αντίθετοι στην έννοια της πατρίδας. Επιπλέον, ζούμε σε μία χώρα με δημοκρατικό πολίτευμα, ο καθένας μπορεί να εκφράζεται με τον τρόπο που επιθυμεί χωρίς κανέναν περιορισμό. Η θέσπιση νόμων  για  την οριοθέτηση του συμβολικού λόγου θα ήταν αντιδημοκρατική και θα περιόριζε την ανθρώπινη έκφραση.
   Σε  μία κοινωνία που ο καθένας έχει δικαίωμα στη διαφορετικότητα και κάθε άτομο έχει το νόμιμο δικαίωμα να πιστεύει στον χριστιανισμό, στο μουσουλμανισμό, στο ναζισμό,  στο τρίπτυχο πατρίς-οικογένεια- θρησκεία ή ακόμη και στην ύλη ή στο τίποτα, θα ήταν ανούσιο να θεσπιστούν νόμοι για τα όρια του συμβολικού λόγου. Γιατί τελικά, δεν ξέρουμε ποια είναι αυτά τα όρια για τον καθένα. Ο καθένας ορίζει τα όρια με υποκειμενικά κριτήρια και δικά του πιστεύω.
  Τα μοναδικά όρια που θα έπρεπε υπάρχουν στον συμβολικό λόγο είναι αυτά που δεν προσβάλλον τα πιστεύω και τις ιδιαιτερότητες των συνανθρώπων μας, αυτά τα όρια δεν θα μπορούσαν να καθοριστούν από τον νόμο. Άρα, είναι χρήσιμο να αλλάξει η νοοτροπία της κοινωνίας, να σεβόμαστε και να αποδεχόμαστε το διαφορετικό.

Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2010

Ζήτω η ΑΠΟΧΗ..

  15 Νοεμβρίου: η δεύτερη Κυριακή των δημοτικών εκλογών και τα τελικά αποτελέσματα είναι πια γεγονός. Γνωρίζουμε σε ποιους οι έλληνες πολίτες γύρισαν την πλάτη  και ποιοι είναι αυτοί που  με την έλευση στις κάλπες όλων των ατόμων που έχουν δικαίωμα στη ψήφο, αναδείχτηκαν  νικητές και τώρα μπορούν να περηφανεύονται για αυτή την καθαρή τους  νίκη, σωστά;

  Όχι, λοιπόν, γιατί σε αυτές τις εκλογές καθαρός, θριαμβευτικός νικητής ήταν η άρνηση της κοινωνίας να εκλέξει και για πρώτη φορά με τόσο προφανή τρόπο η δημοκρατία της πλειοψηφίας, έσκυψε το κεφάλι στην ολιγαρχία των λίγων. Το ποσοστό της αποχής άγγιξε το 60%  και των λευκών και άκυρων ψηφοδελτίων το 9,10% . Προφανώς σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε λόγο για καθαρή νίκη κανενός υποψηφίου. Αλλά επειδή αυτό το ποσοστό μας αποδεικνύει ότι υπάρχουν πολλοί υποστηριχτές της αποχής ας δούμε ποια είναι τα υπέρ και τα κατά της μη άσκησης του εκλογικού μας δικαιώματος.

  Η Ελλάδα γράφει ιστορία σε αυτή την περίοδο που διανύει τώρα, μια ιστορία που όλοι απεύχονται να είναι μαύρες οι σελίδες της στο τέλος. Η οικονομική κρίση, τα σκάνδαλα των πολιτικών, η ανέχεια, τα κοινωνικά προβλήματα, η ανεργία και οι κακή διαχείριση των κρίσιμων θεμάτων για την οικονομία από την κυβέρνηση, οδήγησαν τους πολίτες σε εξαθλίωση και απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Το μεγαλύτερο ποσοστό αδυνατεί να εμπιστευτεί τους κυβερνώντες, πιστεύει ότι οι παρατάξεις δεν διαφέρουν μεταξύ τους και σκοπό έχουν παραπλάνηση των πολιτών. Το μήνυμα που περνάει η αποχή είναι «δεν αντέχουμε άλλο» με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Επομένως, τα υπέρ της αποχής είναι αφενός η φανέρωση της αγανάκτησης, της αποστροφής και απελπισίας των πολιτών και αφετέρου η πιθανή αφύπνιση των πολιτικών. Αυτή είναι μια καλή ευκαιρία οι κυβερνώντες να ακούσουν την φωνή του λαού και να αναθεωρήσουν πολλές απόψεις, να αρχίζουν να διαχειρίζονται διαφορετικά τις καταστάσεις. Οι ίδιοι αντιλαμβάνονται ότι η θέση τους στην εξουσία δεν είναι σταθερή και όλα εξαρτώνται από τους πολίτες.

  Υπάρχει και η άλλη πλευρά  που την καταδικάζει. Πραγματοποιήθηκαν  πολύ αιματηροί αγώνες  για να έχουμε εμείς αυτό το δικαίωμα να εκλέγουμε τα πρόσωπα που  θα μας εκπροσωπήσουν, ειδικότερα, οι γυναίκες που μπόρεσαν να πατάξουν την ανδροκρατούμενη κοινωνία και να αποκτήσουν το δικαίωμα της  ψήφου. Με την παραπάνω λογική θεωρείται το λιγότερο τρελό να μην αξιοποιεί κάποιος αυτό το δικαίωμα και να επιλέξει ο ίδιος τα άτομα που θα αποφασίζουν για εκείνον και την υπόλοιπη κοινωνία. Έπειτα, απέχοντας από τις κάλπες και αποδοκιμάζοντας το πολιτικό σύστημα η πλειοψηφία επέτρεψε στους λίγους να διαμορφώσουν το μέλλον της χώρας. Μέγα λάθος διότι μόνο  αυτοί οι λίγοι δεν είναι σε θέση να παρουσιάσουν την γενική επιθυμία της κοινωνίας και να αναδείξουν τα άξια πρόσωπα που θα πρέπει να αναλάβουν τις ηγετικές θέσεις.

  Έχοντας μια εικόνα από τα υπέρ και τα κατά της απόχης είναι πλέον προσωπική επιλογή του καθενός να παραστεί ή όχι  στις κάλπες τις επόμενες εκλογές. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η ατομική επιλογή επηρεάζει το σύνολο της κοινωνίας και στέλνει πολλαπλά μηνύμα.

Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2010

Gucci ή μήπως να το ξανασκεφτώ;

   Kρίση..αυτή η λέξη δημιουργεί πολλά συναισθήματα, πολλούς συνειρμούς και σχεδόν πάντα καταλήγει σε φόβο αφενός για αυτά που θα ακολουθήσουν και αφετέρου αν τελικά θα βρεθούν τρόποι να ελευθερωθούμε από αυτή! Έχει, όμως,  η οικονομική κρίση μόνο αρνητικές πτυχές ή μέσω αυτής αναθεωρούμε πολλά, αρχίζουμε  να αξιολογούμε καλύτερα τα γεγονότα,  να βάζουμε άλλες προτεραιότητες και να σεβόμαστε την αξία των χρημάτων; Οι νέοι είναι ακόμη προσκολλημένοι στον παλαιό τρόπο ζωής, διατηρούν ακόμη τις πολυτελής συνήθειες τους;

  Αναμφισβήτητα η κρίση έχει επιφέρει πολλές αλλαγές στις ζωές μας, είτε κάποιος βρίσκεται στα ανώτατα είτε στα κατώτερα στρώματα. Ο καθένας μας αντιλαμβάνεται και επηρεάζεται  διαφορετικά από αυτή, κρίση η οποία έχει πολλούς παραμέτρους και ανάμεσα τους και κοινωνικές. Ωστόσο, εάν εξετάσουμε πιο διεξοδικά το θέμα θα γίνει αντιληπτό πως, όπως κάθε κατάσταση, έτσι και η οικονομική κρίση  έχει και την θετική αλλά και την αρνητική πλευρά. Θα ρίξουμε μια ματιά στις συνήθειες των νέων,  αυτά που μέχρι πρόσφατα τα θεωρούσαν  δεδομένα ή ντεμοντέ τα αντιλαμβάνονται με διαφορετικό τρόπο και τους δίνουν άλλη αξία.

  Ώρα 14:00 στη λέσχη του Παντείου Πανεπιστημίου. Η ώρα του φαγητού, και ποιος θα φανταζόταν πριν δύο χρόνια ότι αυτό το εστιατόριο θα ήταν κάποτε ασφυχτικά γεμάτο; Τόσο γεμάτο που να μην υπάρχει  ένα άδειο τραπέζι και η ουρά των φοιτητών που αναμένουν να φάνε φτάνει κοντά στη πόρτα της εισόδου. Το φαγητό κατά πολλούς μπορεί να μην έχει την καλύτερη ποιότητα και γεύση αλλά παρέχεται δωρεάν, πολύ σοβαρός παράγοντας για την εποχή που διανύουμε , ώστε να επιλέγουν οι φοιτητές να πάρουν το μεσημεριανό τους στη πανεπιστημιακή λέσχη και όχι σε κάποιο φαστφουντάδικο δίπλα στη σχολή! Η Άννα σχολιάζει: “ από το πρώτο έτος της σχολής έρχομαι εδώ για  να φάω, ωστόσο, μόνο τον τελευταίο χρόνο έχω παρατηρήσει να έρχονται τόσοι πολλοί φοιτητές και ανάμεσα τους άτομα τα οποία στα πρώτα έτη αντιμετώπιζαν το εστιατόριο με απαξιωτικό τρόπο.’’

  Αλλαγές υπάρχουν και στην εξωτερική τους εμφάνιση. Η επιλογή των ρούχων και των αξεσουάρ δεν γίνεται με βάση απαραίτητα τη μάρκα αλλά το κόστος. Τα επώνυμα τζιν και το πάθος των γυναικών για ακριβές τσάντες, εντυπωσιακά παπούτσια και κοσμήματα, αποτελούν παρελθόν. Ακόμη  δεν  παρουσιάζουν δισταγμούς να χρησιμοποιούν τα «κινητά παντόφλες.» O Κώστας ακουμπώντας με άνεση πάνω στο τραπέζι το κινητό του, που είναι πολύ παλαιού μοντέλου, επισημαίνει: “να και κάτι καλό που μας έφερε η κρίση! Μπορώ να χρησιμοποιώ τέτοιο κινητό χωρίς να με κοροϊδεύουν , εξάλλου δεν καταλαβαίνω αυτή την καταναλωτική μανία; Tι το θες το κινητό, απλά να μιλάς και να στέλνεις μηνύματα και αυτό εδώ κάνει αυτή τη δουλειά.’’ Κάτι άλλο που έχει αλλάξει ριζικά είναι ο τρόπος διασκέδασης. Προ κρίσης ,κυρίως, η διασκέδαση ήταν η εξής: πρώτα καφεδάκι, μετά φαγητό και τέλος clubbing ως το πρωί. Αυτή τη περίοδο κάτι τέτοιο θεωρείται πολυτέλεια, έτσι επιλέγουν να κάνουν ένα από τα τρία, γι΄αυτό να μην αναρωτιόμαστε γιατί είναι γεμάτες οι καφετέριες και τα clubs, γιατί πολύ απλά έχουν κόψει από κάτι άλλο.

  Ίσως τελικά πρέπει να πιστέψουμε στην άποψη ό,τι γίνεται, γίνεται για καλό. Ύστερα από αυτή τη φάση, θα έχει γίνει ένα ξεκαθάρισμα και οι προτεραιότητες μας θα αλλάξουν. Καλή τύχη!